Με φάρο παιδείας τον πολιτισμό, με φάρο παιδείας τα μάτια των ανθρώπων που είδαν και αγάπησαν σπλαχνικά – στο πέρασμά τους – αυτόν τον τόπο ελπίζοντας στο "Ευ" του Ευρίπου, στο "Ευ" του Ευβοϊκού στο "Ευ" αγωνίζεσθαι δημιούργησα τα ιστολόγια Ευβοείς Συγγραφείς και Ευβοέων Τέχνη.
Σωτήρης Λάμπρου

Κυριακή 17 Νοεμβρίου 2019

Θεόφιλος Αιγινήτης, ένα μικρό κείμενο και πίνακες Ζωγραφικής

 Θεόφιλος Αιγινήτης // Συγγραφέας, Ζωγράφος



Έχω μια πολύ ωραία βεράντα με διάφορα λουλούδια και την ταράτσα μου την έχω μετατρέψει σε ένα πολύ όμορφο κήπο. Τα περιποιούμαστε εγώ με την γυναίκα μου τη Χλόη. Περνάμε ευχάριστα τον καιρό μας και απολαμβάνουμε το πράσινο που αγαπάμε πάρα πολύ.
‘’Θεόφιλος Αιγινήτης’’

Γεννήθηκε  στις 19 Δεκέμβρη του 1936 ημέρα Σάββατο στη Χαλκίδα. Τερματοφύλακας  της ΑΕΚ Χαλκίδας από το 1956 έως το 1958 και με το τέλος των γυμνασιακών σπουδών δούλεψε στο χημείο των μεταλλίων Λαρίμνης (ΛΑΡΚΟ).



Το 1962 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα για να σπουδάσει στην Καλών Τεχνών. Θα την εγκαταλείψει και θα συνεχίσει της σπουδές του στην Σχολή Δοξιάδη, με καθηγητές τους χαράκτες Τάσσο, Τάκη Κατσουλίδη, Παναγιώτη Γράβαλο και τους ζωγράφους Ηλία Δεκουλάκο και Πέτρο Ζουμπουλάκη. Παράλληλα εργάζεται στο χημείο του μεταλλουργικού εργοστασίου της ΒΙΟΧΑΛΚΟ.

Το 1968 ανοίγει γραφείο στην οδό Θησέως 13 στην Κλαυθμώνος κατασκευάζοντας διαφημιστικές μακέτες για προσπέκτους, καταχωρήσεις, συσκευασίες τροφίμων και ποτών καθώς και για πλαστικές σακούλες. Θα συνταξιοδοτηθεί από το ΤΕΛ ΔΕΛΤΑ όπου θα εργαστεί ως καθηγητής.

Εργογραφία

1. Σβουρλάκι // Εκδότης: Φαέθων, Έτος έκδοσης: 2008

Παρουσίαση

Το κατοχικό τοπίο της προσφυγικής γειτονιάς, χάρη στις διαυγείς αντανακλάσεις της γραφής, φτάνει στον αναγνώστη με φως αποκαθαρμένο.

Γεγονότα, εντυπώσεις και αισθήματα, διαθλώνται πάνω στην πιο ευαίσθητη επιφάνεια: Τα μάτια ενός παιδιού, που πίσω από το τζάμι της αθωότητας, παρακολουθούσε τα παιχνίδια της βροχής στα λασπωμένα νερά.

Γύρω από μια πλατεία, μια "ανώνυμη και ελεύθερη" πλατεία, οι ζωές των ανθρώπων ανθίζουν μέσα από τις πληγές τους, αναδίδοντας ένα άρωμα γνήσιας ανθρωπιάς. Ζωηρά ζεστά χρώματα απελευθερώνονται, αλλά και σκιές εφιαλτικές, καθώς το χέρι του μικρού Φίλη μας οδηγεί στα σκοτεινά, κρατώντας μια όμορφη λάμπα πετρελαίου...

Ο συγγραφέας, γνωστός ήδη ως ζωγράφος, επεξεργάζεται και το πεζογραφικό του υλικό με την διεισδυτική ματιά του εικαστικού, αποδίδοντας πιστά τις φωτοσκιάσεις των χαρακτήρων, τα περιγράμματα των καταστάσεων, τις λεπτές αποχρώσεις της ανθρώπινης ψυχής.

Ανάμεσα σ' ένα κουρελένιο παιδικό τόπι και μια μικρή μυθική σβούρα από ξύλο καστανιάς, μια ολόκληρη εποχή στροβιλίζεται στις αράδες του βιβλίου. Ερωτική, υπερήφανη και μοιραία ως το τέλος. Κόντρα στον θάνατο, τον πόλεμο και τον χρόνο.



2. Καφενείον η άνοιξις // Εκδότης: Λευκό Μελάνι, Έτος έκδοσης: 2018


Παρουσίαση

Είναι ενιαίο στην έμπνευση και την όλη συγκρότησή του. Εδώ ο συγγραφέας με την δεξιοτεχνία της γραφής του μας αποκαλύπτει άλλες απόκρυφες πτυχές της προσωπικότητάς του, με μια λεπταίσθητη διείσδυση στα μυστικά του ανθρώπινου ψυχισμού, αναδεικνύει ανάγλυφα τις αναζητήσεις και τις προσδοκίες νεαρών υπάρξεων που πασχίζουν και ματώνουν στην προσπάθειά τους να μάθουν το "επάγγελμα του ανθρώπου", σμιλεύοντας πεισματικά την προσωπική τους υπόσταση και τιθασεύοντας έστω αδέξια και ασυναίσθητα, την μοναδικότητα της αναπόφευκτης περιπέτειας.


3. ΕΖΗΣΑ ΤΗ ΖΩΗ... ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΖΗΣΑ... // Εκδότης ΝΟΩΝ, Απρίλιος 2019

Παρουσίαση

Άλς... όπως αλμύρα.
Αλμύρα... όπως θάλασσα.
Αλμύρα και θάλασσα, ένα με την πίκρα την μοναξιά και την στυφάδα του κινδύνου που κρύβει η ζωή του ναυτικού. Αλμύρα... όπως θαλασσινό νερό.
Πιοτό γλυκόπικρο με μπόλικη δόση "μη με λησμόνει" πότισαν οι ναυτικοί τις γυναίκες τους. Κι αυτές ήπιαν από το ίδιο πιοτό και τους περιμένουν να γυρίσουν, με μια αγκαλιά γεμάτη λουλούδια για να τους πουν δεν σε λησμόνησα, πάντα σε νοιαζόμουν, δεν σε ξέχασα.
Με το βιβλίο αυτό, ταξιδέψαμε παρέα στα πέρατα του κόσμου, στο βασίλειο της εγωίστρας θάλασσας.
Μιλήσαμε περί ανδρών και στα πρόσωπα του Περίανδρου και του Μιχάλη, βλέπουμε τα πρόσωπα όλων των καπεταναίων και των ναυτικών που πλουτίζουν τη θάλασσα με τον ιδρώτα τους. Στη δούλεψή της μόνο άντρες, γυναίκα καμία.
Η Θάλασσα είναι ζηλιάρα δε θέλει ανταγωνίστριες, θέλει να είναι μόνη αφέντρα στην επικράτειά της.
Τα άλλα θηλυκά έξω απ' αυτή, στα λιμάνια, στις πόλεις στα χωριά, να περιμένουν πότε η πλανεύτρα θάλασσα θα επιτρέψει στα αρσενικά να γυρίσουν πίσω.
Πολλά τα αγάπησε τόσο πολύ, που τα κράτησε για πάντα κοντά της.
Εμένα, δε με δέχτηκε κοντά της, γι' αυτό ίσως την αγάπησα τόσο.
Σ' όλες αυτές τις γυναίκες αφιερώνω αυτό το μυθιστόρημα, σαν κατάθεση στη μεγάλη, στην αβάσταχτη καρτερικότητά τους, και στην γυναίκα μου την Χλόη που περίμενε καρτερικά να τελειώσω το βιβλίο και να πάμε ένα αληθινό ταξίδι οι δυο μας.




Ένα μικρό κείμενο του Θεόφιλου Αιγινήτη και πίνακες ζωγραφικής 


Τα κοπέλια… 

(23 Σεπτεμβρίου του 2018)


Με την γυναίκα μου πήγαμε στην Κρήτη στα Χανιά για να παρευρεθούμε στους αρραβώνες του γιού μας. Μας φιλοξένησε η Δήμητρα μια φίλη της γυναίκας μου από τον καιρό που σπουδάζανε μαζί στην Σορβόνη, που ζει μόνη σε ένα τεράστιο διαμέρισμα απέναντι από το 1ο γυμνάσιο Χανίων και λίγο πιο πάνω από την σκεπαστή αγορά. Ιδανική περίπτωση για την γυναίκα μου που της αρέσουν οι βόλτες και το χάζι στα μαγαζιά.

Από τον 5ο όροφο πιάτο στα μάτια μας τα παλιά Χανιά και το Αιγαίο.

Η Δήμητρα κάθε πρωί ετοίμαζε το πρωινό. Να θυμαρίσιο μέλι με βούτυρο, να κρητικά παξιμαδάκια με κρητική γραβιέρα, να σταφύλια και μήλα από τον Ομαλό. Και τι δεν μας έβγαζε για να μας περιποιηθεί. Μας σκλάβωσε και την ευχαριστούμε.

Κατά τις έντεκα με την γυναίκα μου παίρναμε τους δρόμους, ξεκινώντας από την αγορά. Τον θεμέλιο λίθο τον έβαλε ο Μανωλιός Μουντάκης το 1911 όταν έγινε δήμαρχος.

Η αγορά είναι ένα σταυροειδές κτίσμα και φωτίζεται από τζάμια που υπάρχουν στην σιδερένια οροφή και από τις τέσσερις μεγάλες εισόδους. Χαμός, ο ένας έσπρωχνε τον άλλο για να περάσει. Μαγαζιά που πουλάνε τυροκομικά προϊόντα, έξι με εφτά μικρά μαγέρικα με πολύ νόστιμα φαγητά. Πολλοί ξένοι τρώνε σ’ αυτά κρητικά ντολμαδάκια, (όχι της Μαρίκας), ντομάτες γεμιστές, τον απαραίτητο μουσακά, μέχρι φρικασέ με κρητικά χόρτα που δεν άντεξα στον πειρασμό να το δοκιμάσω και δεν το μετάνιωσα. Στην αγορά έχουν μείνει μόνο δυο ψαράδικα και πέντε έξι χασάπικα και η υπόλοιπη είναι με καταστήματα για τουρίστες. Ρακόμελα, τραχανάδες, χυλοπίτες, μέλια, αυτοκόλλητα σουβενίρ με παραστάσεις από την Κρήτη, μέχρι κρέμες για τα χέρια και μυρωδάτα σαπούνια.

Άφησα την γυναίκα μου να συνεχίσει το χάζεμα και εγώ πήρα τον δρόμο μέσα από στενά βενετσιάνικα και τούρκικα δρομάκια για να πάω στο λιμάνι. Όλα αυτά τα σοκάκια απ’ ότι είδα και τις επόμενες μέρες είναι γεμάτα με καταστήματα μόδας και τουριστικών ειδών. Οι πωλήτριες όρθιες μπροστά στις πόρτες χαμογελαστές σε καλούσαν να αγοράσεις από το εμπόρευμα που διέθετε το μαγαζί.

Οι περισσότερες μετρίου αναστήματος, αλλά με υπέροχα γαλανά τσακίρικα μάτια κατάλοιπα της επιμιξίας των αράβων Μπερμπερίνων με τις κρητικές την εποχή της τουρκοκρατίας. Δεν άντεξα στον πειρασμό και μπροστά σε ένα μαγαζί, στάθηκα μπροστά στην πωλήτρια, μια όμορφη κοπελίτσα και της εξέφρασα τον θαυμασμό μου για τα ωραία της μάτια. Πως σε λένε κούκλα μου; Μου χαμογέλασε όσο πιο γλυκά μπορούσε, Νεκταρία μου είπε και εγώ συνέχισα τον δρόμο για το λιμάνι με το γλυκό χαμόγελο και τα υπέροχα μάτια της Νεκταρίας να με συνοδεύουν.

Χάζεψα τα νεώρια, έβγαλα τις απαραίτητες φωτογραφίες, προχώρησα και κάθισα σε μια τυχαία καφετέρια που είχε μια απαλή μουσική με πιάνο μπαρ. Πριν καλά καλά βολευτώ στην καρέκλα μου, η μουσική άλλαξε και βάλανε κάτι παλαβά που αμέσως με εκνευρίσανε.

Με το που ήρθε ο σερβιτόρος του λέω: πως σε λένε αγόρι μου; Νίκο μου λέει. Μας πλησίασε και ο άλλος σερβιτόρος ο Άγγελος. Λοιπόν παιδιά εάν έχετε αυτή την μουσική σηκώνομαι και φεύγω. Εάν είναι εύκολο βάλτε σας παρακαλώ την μουσική πιάνο μπαρ που είχατε πριν και φέρτε μου καφέ. Ο Νίκος δεν μου χάλασε χατίρι, ο γλυκός ήχος του πιάνου χάιδεψε τα αυτιά μου και μετά μου έφερε ένα θαυμάσιο εσπρέσο φρέντο με μπόλικα παγάκια και το απαραίτητο καλαμάκι. Τις μέρες που πήγαινα εκεί για καφέ και οι δύο σκοτώνονταν νε με περιποιηθούνε. Να ναι καλά τα παιδιά.

Μπροστά μου ο πέτρινος δρόμος, η θάλασσα και ο λιμενοβραχίονας με τον φάρο.

Πίνω μια γουλιά καφέ, ανάβω την καινούρια μου πίπα από ελίσιο ξύλο και αφήνω την φαντασία μου να με παρασύρει σε αλλοτινούς καιρούς στον φοβερό μεσαίωνα που τα απομεινάρια του απλώνονται μπροστά στα μάτια μου.

Οι τουρκομογγολικές φυλές από τις στέπες του Βορρά καταβαίνουν προς Νότο, καίγοντας και λεηλατώντας ότι έβρισκαν στο διάβα τους και απειλούν την γαληνοτάτη δημοκρατία της Βενετίας.

Ο φόβος για μια επικείμενη τουρκική επίθεση αναγκάζει τους Βενετούς να προχωρήσουν στην κατασκευή νέας μεγαλύτερης οχύρωσης από αυτήν που προϋπήρχε. Τα νέα έργα αρχίζουν στα μέσα του 16ου αιώνα και ο Βερονέζος μηχανικός Michele Sanmichielli καβάλα στο άλογό του επιθεωρεί ένα γύρω την περιοχή για να βρει τα κατάλληλα εδάφη που θα κτιστεί η νέα οχύρωση.

Τότε χτίζονται τα ενετικά τείχη, η τάφρος, οι προμαχώνες (του Αγίου Νικολάου του Μώλου, του San Salvatore, του Αγίου Δημητρίου, της Sabbionara, της Piatta Forma και της Santa Lucia) το φρούριο του Φιρκά, ο λιμενοβραχίονας καθώς και κτίρια και άλλα έργα αυτή την περίοδο που περιτοιχίζουν την πόλη. Αρχικά χτίζεται το λιμάνι των Χανίων και μεταξύ του 1595-1601 προστίθεται ο φάρος και αποκτά ο χώρος την όψη που έχει σήμερα.

Η πίπα μου έσβησε και εγώ ξαναγυρίζω στο σήμερα.

Παρ’ όλο που είναι μέσα του Σεπτέμβρη, πάρα πολλοί τουρίστες κυκλοφορούν στο λιμάνι απολαμβάνοντας τον ήλιο που λείπει από τις χώρες τους και βγάζουν αναμνηστικές φωτογραφίες με φόντο το φάρο.

Τα καφέ και εστιατόρια της παραλίας σιγά σιγά γεμίζουν από τουρίστες που απολαμβάνουν τον μουσακά, τα σίγκλινα, τη στάκα, το τζατζίκι και την τυροκαυτερή.

Ήρθε και η γυναίκα μου ενθουσιασμένη από τα πολλά μαγαζιά που είναι συγκεντρωμένα στον περιορισμένο χώρο της παλιάς πόλης και έτσι μπόρεσε να τα χαζέψει με την ψυχή της. Όλες οι γυναίκες είναι ίδιες. Δώστους χάζι στις βιτρίνες και πάρτους την ψυχή τους.














Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου