Θραύσμα - Rupert Brooke
απόδοση στα ελληνικά Μαργαρίτα Παπαγεωργίου
Περιφερόμουν μόνος στο κατάστρωμα, καμιά ώρα, απόψε
κάτω από έναν συννεφιασμένο αφέγγαρο ουρανό˙ έριχνα ματιές
απ΄ τα παράθυρα μέσα, κοίταζα τους φίλους μου στα τραπέζια,
να παίζουν χαρτιά, ή να στέκονται δίπλα στην πόρτα,
ή να βγαίνουν έξω στο σκοτάδι. Ωστόσο,
κανένας τους δεν μπορούσε να δει εμένα.
Θα μπορούσα να τους είχα συλλογιστεί
- ανίδεοι, μόνο με μιας βδομάδας μάχη – με συμπόνια ,
με καμάρι για τη δύναμή τους, τη σπουδαιότητα και τη σκληράδα
και την ομορφιά του συμπλέγματος των κορμιών, και να λυπόμουν
που αυτή η εύθυμη μηχανή του μεγαλείου σύντομα θα τσακιζόταν,
θα γινόταν κάτι ασήμαντο, κομμάτια σπασμένα, σκορπίσματα…
Μόνο που, όλη αυτή την ώρα,
εκείνο που έβλεπα - στο φως της λάμπας - ήταν να περνούν αυτοί
σα χρωματιστές σκιές, πιο λεπτές κι απ’ το λεπτότερο γυαλί,
φυσαλίδες ψιλές, πιο αχνές κι απ’ το αχνότερο κύμα
που θα έσπαζαν σε φωσφορίσματα πέρα στη νύχτα σύντομα,
του χαμού πράγματα, φαντάσματα παράξενα – του θανάτου εδώ
άλλα φαντάσματα – αυτό, ή εκείνο, ή εγώ.
Απρίλιος 1915
Fragment, Rupert Brooke
I strayed about the deck, an hour, to-night
Under a cloudy moonless sky; and peeped
In at the windows, watched my friends at table,
Or playing cards, or standing in the doorway,
Or coming out into the darkness. Still
No one could see me.
I would have thought of them
—Heedless, within a week of battle—in pity,
Pride in their strength and in the weight and firmness
And link’d beauty of bodies, and pity that
This gay machine of splendour ’ld soon be broken,
Thought little of, pashed, scattered. …
Only, always,
I could but see them—against the lamplight—pass
Like coloured shadows, thinner than filmy glass,
Slight bubbles, fainter than the wave’s faint light,
That broke to phosphorus out in the night,
Perishing things and strange ghosts—soon to die
To other ghosts—this one, or that, or I.
April 1915
απόδοση στα ελληνικά Μαργαρίτα Παπαγεωργίου
Περιφερόμουν μόνος στο κατάστρωμα, καμιά ώρα, απόψε
κάτω από έναν συννεφιασμένο αφέγγαρο ουρανό˙ έριχνα ματιές
απ΄ τα παράθυρα μέσα, κοίταζα τους φίλους μου στα τραπέζια,
να παίζουν χαρτιά, ή να στέκονται δίπλα στην πόρτα,
ή να βγαίνουν έξω στο σκοτάδι. Ωστόσο,
κανένας τους δεν μπορούσε να δει εμένα.
Θα μπορούσα να τους είχα συλλογιστεί
- ανίδεοι, μόνο με μιας βδομάδας μάχη – με συμπόνια ,
με καμάρι για τη δύναμή τους, τη σπουδαιότητα και τη σκληράδα
και την ομορφιά του συμπλέγματος των κορμιών, και να λυπόμουν
που αυτή η εύθυμη μηχανή του μεγαλείου σύντομα θα τσακιζόταν,
θα γινόταν κάτι ασήμαντο, κομμάτια σπασμένα, σκορπίσματα…
Μόνο που, όλη αυτή την ώρα,
εκείνο που έβλεπα - στο φως της λάμπας - ήταν να περνούν αυτοί
σα χρωματιστές σκιές, πιο λεπτές κι απ’ το λεπτότερο γυαλί,
φυσαλίδες ψιλές, πιο αχνές κι απ’ το αχνότερο κύμα
που θα έσπαζαν σε φωσφορίσματα πέρα στη νύχτα σύντομα,
του χαμού πράγματα, φαντάσματα παράξενα – του θανάτου εδώ
άλλα φαντάσματα – αυτό, ή εκείνο, ή εγώ.
Απρίλιος 1915
Fragment, Rupert Brooke
I strayed about the deck, an hour, to-night
Under a cloudy moonless sky; and peeped
In at the windows, watched my friends at table,
Or playing cards, or standing in the doorway,
Or coming out into the darkness. Still
No one could see me.
I would have thought of them
—Heedless, within a week of battle—in pity,
Pride in their strength and in the weight and firmness
And link’d beauty of bodies, and pity that
This gay machine of splendour ’ld soon be broken,
Thought little of, pashed, scattered. …
Only, always,
I could but see them—against the lamplight—pass
Like coloured shadows, thinner than filmy glass,
Slight bubbles, fainter than the wave’s faint light,
That broke to phosphorus out in the night,
Perishing things and strange ghosts—soon to die
To other ghosts—this one, or that, or I.
April 1915
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου