Στην πλατεία της αγοράς ήταν το εμπορικό του Αφεντάκη και στην πόρτα κράχτης ήταν ο Θανάσης ο ορίστε περάστε όπως τον λέγαμε και θύμωνε. Όταν έβλεπε να κατεβαίνει κα να τσούρμο καταλάβαινε πως ήταν τα σόγια από κάποιο γάμο που ερχόντουσαν όλοι μαζί να πουν τη γνώμη τους και το γούστο τους για την αγορά και να πληρώσουν στο τέλος το λογαριασμό. Ορίστε περάστε... Δεν γινόταν τότε γάμος στη Χαλκίδα και από την γύρω περιοχή, Βασιλικό, Αμπέλια, αλλά ακόμα στην Β. Εύβοια που να μην περάσουν από το εμπορικό του Αφεντάκη να πάρουν τα μπροκάρ για το φουστάνι της νύφης, το τούλι για τις μπομπονιέρες, το μουφλόν για τη ρόμπα της νύφης και τα κρετόν για τις κουρτίνες. Ειδικές επ' αυτών των πωλήσεων ήταν η κ. Ευανθία και η κ. Μαίρη. Αφού κατεβάζανε το μισό μαγαζί πάνω στους πάγκους και η κ. Ευανθία ετοιμαζόταν με την ψαλίδα να πει το μεγιά και να το κόψει, πεταγόταν η συμπεθέρα, δεν μας δείχνετε και κείνο το τόπι που έμεινε τελευταίο στο ράφι, σαν καλό μου φαίνεται. Άντε πάλι διαβουλεύσεις, αυτό το μπλε ή εκείνο γκρενά, ή το άλλο το κίτρινο ατλάζι με τις ανταύγες! Μετά από καμιά ώρα τουλάχιστον αποφασίζανε, η Ευανθία έλεγε το μεγιά και η ψαλίδα έκανε τη δουλειά της. Μετά ερχόταν η σειρά για τα μαχαιροπήρουνα. Ειδικός επ' αυτών των πωλήσεων ο Βαγγέλης με κολαούζο εμένα. Έβγαιναν οι μπλε θήκες που με λαστιχάκια συγρατούνταν όλη η σειρά από το σχέδιο, είχε πολλά σχέδια που μερικά τα θυμάμαι. "Εύριππος" "Παλίρροια" "Αρεθούσα" "Ακρόπολις", "Ιωνία" αλλά παρ όλο που σπάζω το κεφάλι να θυμηθώ και τα υπόλοιπα δεν τα καταφέρνω. Αφού τα πασπατεύανε όλα από το κουτλάκι του γλυκού μέχρι την κουτάλα για το σερβίρισμα της σούπας, καταλήγανε σε αυτό που άρεσε στον παπά της ενορίας που ήταν και θείος τη νύφης και που αυτός θα το πλήρωνε. Από το ράφι τους δίναμε το σχέδιο που διαλέξανε μέσα στα κουτάκια σαν αυτά της φωτογραφίας που μου θύμισαν όλα αυτά που σας περιγράφω και πήγαιναν στο ταμείο μαζί με το υπόλοιπο σόι να πληρώσουν κι αυτοί τα υφάσματα. Στο ταμείο ο κ. Κυρίκος Αφεντάκης μέτραγε τον παρά και πιο πέρα ο αδελφός του κ. Θόδωρος Αφεντάκης έτριβε τα χέρια του καπνίζοντας τον Άσσο φίλτρο που μόλις είχαν κυκλοφορήσει τα τσιγάρα με φίλτρο. Καμιά φορά του κάναμε τράκα από ένα τσιγάρο ο Βαγγέλης κι εγώ και όταν δεν είχαμε δουλειά βγαίναμε στην πάνω πόρτα προς την πλατεία και το ντουμανιάζαμε. Οι πάγκοι μετά την επέλαση των σογιών ήταν σαν βομβαρδισμένο τοπίο και μας έβγαινε το λάδι μέχρι να τα τακτοποιήσουμε και να μπει το μαγαζί πάλι σε μια τάξη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου