Η
επιδημία γρίπης στη Σκύρο το 1918, που αφάνησε μεγάλο μέρος των κατοίκων του νησιού
(αποσπάσματα από το βιβλίο του Κ. Φαλτάϊτς)
1.
«Μέσα στο θολό σκοτάδι, στα χειμωνιάτικα χαράματα, περνούσανε χαμένες οι
σκιές των ανθρώπων και φτάνανε και γινόταν ένας σωρός και ένα κουβάρι έξω από
τα κρεοπουλειά.
Ώρες
και ώρες περιμένανε έξω στις πλάκες του δρόμου και στους τοίχους και στις
σκάλες των σπιτιών, ν’ ανοίξουνε τα κρεοπουλειά, να πάρουνε μια φούχτα κρέας
που θάταν τροφή και φάρμακο σ’ ολάκερη την οικογένεια.
Με
κλειστή την πόρτα, μ’ ένα παραθυράκι ανοιχτό κάποιο κρεοπουλειό, πουλούσε κάθε
τρεις και πέντε μέρες μια κατσίκα ή ένα βόδι απ’ αυτά που είχανε χαθεί οι
νοικοκύριδές τους, κ’ έξω στο δρόμο, στις σκάλες και στους τοίχους, σωριασμένοι
σ’ ένα αναμάλλιασμα οι άνθρωποι που περιμένανε, χύνανε όλα τα παρακάλια τους,
τις βρισιές τους, τις βλαστήμιες τους, το θυμό τους, τακ κλάματά τους, τις
φοβέρες τους, τ’ αγκομαχητά. Άλλοι άρρωστοι, μόλις βασταγμένοι, παράμερα στις
αγκονές των σπιτιών και του δρόμου, κοκκαλώνανε κει σ’ ένα κουβάρι, χωρίς να
μπορούνε να πλησιάσουνε, περιμένανε άδικα ώρες και ώρες, και φεύγανε πνιγμένοι
στο βήχα ή στο αίμα, άδειοι, ρίχοντας τραγικές, γιαλωμένες τις τελευταίες τους
ματιές στο μαγαζί και στο μαζεμένο κόσμο που δε θα τον ξαναβλέπανε πιά.
Κανένας
δεν σκεφτότανε τους ανθρώπους αυτούς που γιατί τους έλειπε λίγο κρέας δε θα
τους έβλεπαν πια άλλες αυγές, και κανένας δεν είχε περισσευούμενη λύπη να τους
λυπηθεί, γιατί καθένας ζητούσε το κρέας για τον εαυτό του, και είχανε δικαίωμα
πάνω σ’ αυτό, οι πιο γεροί, οι πιο παλληκαράδες, οι άνθρωποι πούχανε πιο πολλά
μέσα στο χασάπη, αυτοί με άλλα λόγια πούχανε και τα πιο πολλά δικαιώματα στη
ζωή.»
2.
«Κλειστά
όλα τα σπίτια, κι ως έξω στους δρόμους το βραχνό ροχαλητό του βήχα, και τα
αγκομαχιάσματα που βγαίνανε από τις πόρτες κι από τα σφαλισμένα τα παράθυρα.
Και
παντού τα κοράκια, που όλο ουρλιάζανε, κι όλο κλαίγανε μαζεμένα κοπάδια και
σύννεφα μέσα στους δρόμους του χωριού, και πάνω στα λιακωτά, και στις αυλές,
για ν’ απλώνονται ύστερα πάνω στους βράχους του νεκροταφείου, και να κρέμονται
ψηλά στο Κάστρο, μουγκό, τρομαχτικό, απαίσιο, με τα χαλάσματά του γεμάτα από
τις συντροφιές και τους χορούς των φαντασμάτων.
Κι
ο κόσμος “πέθαινε, όλο πέθαινε, ολημερίς κι ολονυχτίς, πέθαινε, χωρίς γιατρούς,
χωρίς φάρμακα, χωρίς περιποίηση. Πέθαινε ο ένας πάνω στον άλλο, πεθαίνανε
αγκαλιασμένοι, καθισμένοι, πλαγιασμένοι, όρθιοι.
Πέφτανε
πάνω στο τραπέζι, δίπλα στο σβησμένο χωρίς ξύλα τζάκι, πάνω σ’ ένα σκαμνί, πάνω
στα σκαλοπάτια, κάτω από τα κονίσματα πούχανε γονατίσει να προσευχηθούν…
Κι άλλοι πεσμένοι στους
δρόμους, κι άλλοι στις αυλές, κι άλλοι στους αχυρώνες, κι άλλοι σωρό πάνω στους
πεθαμένους δικούς τους κει που τους σαβανώνανε. Και οι ζωντανοί μέσα στη
θάλασσα της τρέλλας σηκώνανε τους πεθαμένους και τρέχανε και φεύγανε και
πηγαίνανε γλήγοροι σα να θέλανε να ξεφορτώσουν από πάνω τους κανένα μπαούλο,
κανένα μπόγο, καμμιά σκάφη με ζύμη ή με ψωμιά.»
3.
«Και
η τρέλλα, η κόκκινη τρέλλα, γυάλιζε πάλι σ’ όλων τα μάτια. Γέροι και άρρωστοι
φεύγανε από τα σπίτια τους γυμνοί, μισόντυτοι, κουρελιασμένοι, πηδούσανε από τα
παράθυρα κι από τα λιακωτά, και τρέχανε στους δρόμους, στις ρεματιές, στις
εκκλησιές, και πέφτανε και σηκωνότανε και μένανε κάτω χωρίς πια να σηκωθούνε.
Άλλες φορές περνούσανε αμίλητοι ο ένας μπροστά στον άλλο, μελλοθάνατοι, νεκροί
σχεδόν.
Πηγαίνανε
παραλογισμένοι στα μάτια και στην όψη, χωρίς να γνωρίζει ο ένας τον άλλον,
χωρίς να βλέπουνε, χωρίς νάχουνε συνείδηση, χωρίς να αισθάνονται, χωρίς να
ακούνε. »
*Το
βιβλίο εκδόθηκε το 1919 και επανεκδόθηκε το 2002-2003 από το Γυμνάσιο-Λύκειο
Σκύρου, με χορηγία του κ. Αχιλλέα Εμ. Αυλωνίτη
Είναι συγκλονιστικό κείμενο. Είθε να μη βιώσουμε ανάλογες καταστάσεις, ΕΦΗ-αλτ-ικές!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕπί μικρόν συμβαίνει αυτές τις ημέρες σε περιοχές της Ιταλίας.
Αποσπάσματα του συγγράμματος (για τη γρίπη του ΄18 στη Σκύρο, που εξαφάνισε το εν τρίτο του πληθυσμού της) έχω αναγνώσει σε εκπομπές του 97,7 FM.
Το γεγονός της Δεκαοχτάτης Ισπανικής Γρίπης από τα μικράτα μου το βίωσα ως αφήγηση από τη μητέρα μου, που πολλά για αυτήν τη φονική περιπέτεια από τον πατέρα της άκουγε, ο οποίος ορφανός από μητέρα είχε μείνει εξ αιτίας του αδάμαστου ιού, απάνω στη λήξη του καταστροφικού Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου ανέλαβε δράση και αφάνισε εκατομμύρια συνανθρώπων μας σε πάμπολλες χώρες της γης.
Είθε ποτέ να μην ξανασυμβεί ΠΟΥΘΕΝΑ στον πλανήτη της ζωής, τη Γαία μας, γη.
Ζωή! Ζωή! Ζωή!
Κώστας Μπ.
Μακάρι Κώστα, σ' ευχαριστώ για το ουσιώδη σχόλιο σου
Διαγραφή