Ο ΓΛΑΡΟΣ, Γιάννης Σκαρίμπας
Ώρα καλή στου απείρου την καρδιά
γλάρε μου βραδινέ που φεύγεις – πλοίο,
μετά από σένα η νύχτα, η σιγαλιά,
η κάμαρά μου, ένα φωσάκι, ένα βιβλίο.
Πηγαίνεις εσύ… εγώ εκπεσμένο αλαργινό
αδέρφι σου νοσταλγικό, εδώ μένω∙
ένα βιβλίο, ένα φωσάκι – και πονώ –
μια καμαρούλα – αδέλφι μου υψωμένο.
Κι όλο πετάς. Ώρα καλή κι έχω δουλειά στο
χώμα εδώ που βρέθηκαν οι καημοί μου,
άσπρα να κάνω τα χρυσά μου τα μαλλιά
κι ύστερα να λυγίσω το κορμί μου.
Και πάω κοντά (μην απορείς και μην ρωτάς)
σιγανά θα φύγω, έχω δουλειά, γλάρε μου – πλοίο
ένα βραδάκι που λευκός συ θα πετάς
σαν να ’σαι το ανοιγμένο μου βιβλίο…
Ώρα καλή στου απείρου την καρδιά
γλάρε μου βραδινέ που φεύγεις – πλοίο,
μετά από σένα η νύχτα, η σιγαλιά,
η κάμαρά μου, ένα φωσάκι, ένα βιβλίο.
αδέρφι σου νοσταλγικό, εδώ μένω∙
ένα βιβλίο, ένα φωσάκι – και πονώ –
μια καμαρούλα – αδέλφι μου υψωμένο.
χώμα εδώ που βρέθηκαν οι καημοί μου,
άσπρα να κάνω τα χρυσά μου τα μαλλιά
κι ύστερα να λυγίσω το κορμί μου.
σιγανά θα φύγω, έχω δουλειά, γλάρε μου – πλοίο
ένα βραδάκι που λευκός συ θα πετάς
σαν να ’σαι το ανοιγμένο μου βιβλίο…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου